ΜΙΚΡΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΜΙΚΡΟ ΑΝΘΡΩΠΑΚΟ (1)

Ως υπέρμαχος του «χρησιμοποιείστε τα ΜΜΜ» χρησιμοποιώ αρκετά συχνά το μέτρο και λιγότερο τα λεωφορεία.

Μέσα σε αυτά μπορείς να συναντήσεις όλων των ειδών τους ανθρώπους. Ανθρώπους που ποτέ σου δεν θα πίστευες πως υπάρχουν κάπου ανάμεσά μας και όμως…

Κατεβαίνεις τις κυλιόμενες. Κάθεσαι στην άκρη. Ουπς, κάποιος σε σπρώχνει να περάσει βιαστικά από δίπλα. Γιατί τρέχει? Δεν έχει καν φτάσει το μετρό.

Είσαι στη σήραγγα. Το μετρό φτάνει σε 2 λεπτά όπως φαίνεται στο κρεμαστό ταμπλό. Γρήγορα, ωραία. Βιάζεσαι? Όχι…Όλοι έχουν μαζευτεί στο σημείο που βγάζουν οι σκάλες – ένας κυριούλης γυρνάει βιαστικά το κομπολόι του – μια κυρία βρίζει γιατί την έσπρωξε ένας τύπος με σκουλαρίκια και μαλλιά «αλήτης» σιγομουρμουράει –  ένας χοντρούλης ανθρωπάκος μασουλάει το κρουασάν «πρέπει να το φάω όλο πριν έρθει ο συρμός» σκέφτεται –

Έφτασε ο συρμός. Πριν καν βγει ο κόσμος όλοι τρέχουν να σπρώξουν για να μπουν. «Να βγούμε πρώτα» ακούγεται μια φωνή,«Τι λέει τούτος» σκέφτεται κάποιος άλλος προσπαθώντας να σπρώξει τη γριούλα που δυσκολεύεται να μπει στο τραίνο λόγω της απόστασης από την αποβάθρα – «προσοχή το μωρό»φωνάζει μια μητέρα κρατώντας ένα πιτσιρίκι στο χέρι και τραβώντας το για να το χωρέσει πριν κλείσουν οι πόρτες.

Κρατιέμαι από την σιδερένια μπάρα. Μια κυρία με σπρώχνει σκύβοντας να μαζέψει κάτι νάιλον σακούλες,«τεράστιος κώλος» – Δίπλα μου κάτι μυρίζει άσχημα, ένας τύπος αρκετά περίεργα μελαχρινός αφήνει ελεύθερη να αναδυθεί η μυρωδιά του σώματός του – ένας αλήτης (μούσια και σκουλαρίκια) ακούει death metal και μαζί ακούει και όλος ο συρμός (μάλλον τα ακουστικά του είναι φτηνιάρικα) –
1Η στάση, μια θέση αδειάζει , η κυριούλα με τις νάιλον σακούλες σκύβει αρπάζει τις σακούλες όπως όπως παραμερίζοντάς με ξανά με την κολάρα της, σπρώχνει τους πάντες και χώνεται στην κενή θέση αφήνοντας έναν αναστεναγμό «αχχ παναγία μου» (τι να σου κάνει και η Παναγία) –

2Η στάση, μπαίνει ένας δίμετρος με ξανθιά περούκα και ψηλοτάκουνα. Τι το θέλαμε τώρα αυτό…Τα μάτια όλου του συρμού (ακόμη και τα δικά μου) πάνω στο δίμετρο πλάσμα που δείχνει αδιάφορο (και καλά κάνει).

3Η στάση, μπαίνει ένα ατημέλητο παλικαράκι με σκισμένα ρούχα και αρχίζει την γνωστή κασέτα «βγήκα από τη φυλακή και…» κανείς δεν τον ακούει όλοι κοιτάζουν το πάτωμα – το ταβάνι , μόνο μια γριούλα του δίνει μερικά λεπτάκια άλλωστε και να δώσεις δεν ξέρες αν όντως κάνεις καλό ή κακό (ακόμα δεν έχω καταλήξει)

4Η στάση, ήρθε η ώρα να κατέβω, ένα χέρι με βουτάει από τον αγκώνα με πιέζει προς τα πίσω «συγνώμη να κατέβω μου λέει» «μα…» προσπαθώ να πω ,με περνάει, κατεβαίνει «μπιπ μπιπ» κάνουν οι πόρτες πετάγομαι…

Βγήκα στο τσακ.

Ξεκινάει ο συρμός και εγώ πηγαίνω μαζί του…«μα πως…»…
η τσάντα μου πιάστηκε…
ευτυχώς ο συρμός σταματάει…freedom στην τσάντα μου…ίσα ίσα που τσαλακώθηκε λιγάκι…όλοι γελάνε με μένα…κοκκινίζω  από ντροπή αλλά δεν πειράζει…

συγνώμη τσαντούλα…δεν σε είχα στο μυαλό μου.

ΟΤΤΟ * τεύχος#4

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.