Αρχείο ετικέτας Fight club

Μια γενιά ανδρών μεγαλωμένη από γυναίκες …του Ιωσήφ Σ.

Essentially I’m an animal, so what do I do with all the aggression?”

Gnarles Barkley

   Στάθηκε ακίνητη για μερικά δευτερόλεπτα και τον κοίταξε κατευθείαν στα μάτια. Συνήθως χτυπούσε το πόδι της στο πάτωμα ή έπαιζε με κάποιο στυλό ανάμεσα στα δάχτυλά της. Κουβαλούσε μια νευρικότητα με τον ίδιο τρόπο που μια καμήλα περιφέρει στην έρημο την καμπούρα της. Ακόμα και το στήθος της φούσκωνε συχνά παίζοντας με την αναπνοή της. Δεν ήταν όμως μια τέτοια συγκυρία η τωρινή. Έπρεπε να επιστρατεύσει όλα της τα όπλα. Όπλα που έφεραν σφραγίδα παλιά. Ζωσμένα με γονίδια έτοιμα να ανατιναχτούν στα μούτρα του άτυχου νεαρού. Όπλα που έσωσαν τη μάνα και τη γιαγιά της σε ανάλογες περιπτώσεις. Τότε που έπρεπε να κρατήσουν το σπιτικό ακόμα και αν ο παππούς ήταν ένας ανίκανος μέθυσος. Ακόμα και αν ο μπαμπάς είχε μια αδυναμία στο σωματείο αεροσυνοδών. Έτσι και τώρα. Επαγγελματική ανέλιξη μωρό μου, έχω και καριέρα να κοιτάξω.

   Σαν αρπακτικό έμεινε ακίνητη μπροστά στο νέο της θήραμα. Δεν το είχε κυνηγήσει ποτέ πριν. Αλλά είναι εποχή πείνας. Ό,τι βρεις το κυνηγάς. Έτσι δεν είναι; Αλλά τί ωραία τρίχωμα! Πόσο όμορφα μάτια! Θεέ μου πόσο νόστιμη θα ήταν η σάρκα του! Το μόνο συναίσθημα που προσπαθούσε επίπονα να κρύψει ήταν η αηδία της σε αυτό που πρέσβευε ο νεαρός ποιητής. Δεν το κατάφερνε μάλλον. Την κυρίευε ανασφάλεια. Όχι. Δεν το πρόσεξε εκείνος. Δεν την κοίταξε ούτε μια φορά στα μάτια όσο συζητούσαν. Ούτε στη φωνή της έδινε σημασία, είχε φύγει για αλλού πριν να ξεκινήσει αυτή η κουβέντα. Στο μυαλό του αποτυπώνονταν νέες λέξεις, ανήκουστες και λανθασμένες. Νέες νότες, πρωτότυπες και ενοχλητικές.  Νέοι δρόμοι, απάτητοι και χωμάτινοι. Μπορεί να ανακάλυπτε νέα, έβδομη αίσθηση μέχρι να τελειώσει η συνέντευξη. Δικαιώμά του ήταν. Αυτή ήρθε ακάλεστη.

   -Ας γυρίσουμε πίσω στα παιδικά σας χρόνια τώρα, του είπε με ενδιαφέρον υποκριτικό αλλά πετυχημένο. Πολλοί αναγνώστες σας θα ήθελαν να μάθουν πώς πλάστηκε (και τόνισε την λέξη σαν την έγραφε με γιώτα) και γαλουχήθηκε η τέχνη του να μιλάτε τόσο εύστοχα σε έμμετρο λόγο.

   -Προηγουμένως με ρωτήσατε ποια είναι η άποψή μου για την τωρινή κοινωνική και πολιτική κατάσταση, είπε (και άφησε μια παύση να αιωρηθεί πριν να τελειώσει τη φράση του) ενώ σας είπα ότι ούτε το παρελθόν με ενδιαφέρει (και πάλι κενό δευτερολέπτων) και σαφώς ούτε το παρόν με εξιτάρει. Παρόλα αυτά θα απαντήσω στις δυο σας ερωτήσεις, με μια απάντηση. Με τον τρόπο αυτό (και εδώ την κοιτάζει για πρώτη φορά στα μάτια) κάνω και οικονομία, που τόσο ποθητή λέξη έχει γίνει (η παύση εδώ καταντά ενοχλητική) ώστε να την φτύνουν όλοι μέσα από τα στόματά τους ασυλλόγιστα.

   -Δε χρειάζεται να γίνεστε προκλητικός, του μίλησε με μια υπόνοια συμβουλευτικής σοφίας να γυαλίζει στη υγρή της γλώσσα. Άλλωστε το μόνο που θέλησα από εσάς είναι να μου σχολιάσετε  την αντίδραση του καθημερινού ανθρώπου απέναντι στην οικονομική κρίση και στις λανθασμένες πολιτικές επιλογές. Ακόμη και αν είστε άνθρωπος των γραμμάτων και ασφαλής πίσω από τις στοίβες των βιβλίων σας (έτσι για να μην ξεχνιόμαστε, ανασφαλές, σπυριάρικο αγόρι) σίγουρα θα παρατηρήσατε το κίνημα που δημιούργησαν αρκετοί αγανακτισμένοι πολίτες της χώρας μας.

   Ούτε της έδινε σημασία. Δεν τον είχαν προσβάλει τα λόγια της. Στο σχολείο κάποτε τον κρέμασαν στις τουαλέτες από το σώβρακο και τον έφτυναν ομαδικώς κάτι νταήδες. Πιο δύσκολο είναι να καθαριστεί λεκές στο σώβρακο από κάτουρα και σκατά ώρες ξεραμένα, παρά να επουλώσεις μια λεκτική πληγή. Ναι, η νόνα είχε δίκιο. Πόσο θα ήθελε να την είχε τώρα εδώ. Θα την άφηνε να μιλάει με τις ώρες στη θέση του. Και θα τον έβγαζε από τον κόπο μιας ανούσιας συνέντευξης και θα την απολάμβανε να αρθρώνει με πάθος τα κάτουρα και τα σκατά. Δυστυχώς η νόνα διάλεξε το δρόμο τον ανήθικο, με μπράντι, κουτσομπολιό και τον κύριο Τάσο, που είχε αντοχές γορίλα, αν με πιάνεις αγόρι μου. Δεν έζησε περισσότερο απ’ ό,τι χρειαζόταν. Γνώρισε μόνο τα καλά. Ας είναι. Άνοιξε το στόμα του και μίλησε χωρίς να κάνει ούτε μια παύση, σε σημείο όπου έπιασε απροετοίμαστη τη μάχιμη δημοσιογράφο της αλήθειας και του πνεύματος.

-Το 1999 ο πατέρας μου με πήρε στο σινεμά να δούμε τη μεταφορά ενός μυθιστορήματος αμερικάνικου. Ήταν η ιστορία ενός χαρτογιακά υπαλληλίσκου που γάβγιζε όπως ήθελε το αφεντικό του, μέχρι που γνώρισε έναν άνθρωπο που άλλαξε τη ζωή του. Η νωθρότητα και η αϋπνία αντικαταστάθηκαν από το αίμα και το σαπούνι. Στην ταινία αυτή υπάρχει μια σκηνή που δεν μπορώ να ξεχάσω. Ξεκινά με την κάμερα να μπαίνει αργά και κάπως κλεφτά στην τουαλέτα του χαρτογιακά, όπου τον βρίσκουμε να χαζεύει ένα περιοδικό, ανοιχτό στην κεντρική σελίδα και γυρισμένο κατακόρυφα. Δεν επρόκειτο για περιοδικό με πονηρό περιεχόμενο (η νόνα δε θα το έλεγε ποτέ έτσι, ακούγομαι σαν καμιά μιξοπαρθένα, σκέφτηκε) αλλά για διαφημιστικό περιοδικό της ΙΚΕΑ. Απορροφούσε τις προσφορές και ορεγόταν τις τιμές ευκαιρίας στα έπιπλα που φωτογραφίστηκαν μόνο για εκείνον. Ειδικά για εκείνον. Ειδικά για εμάς. Ακριβώς στο σημείο αυτό, το πλάνο αλλάζει και βλέπουμε το σπίτι του ανθρώπου γεμάτο αχρηστίες και πεταμένα λεφτά. Η σκηνή αυτή με κλόνισε. Πρώτη φορά σκέφτηκα πόσο εγκλωβισμένοι είμαστε σε αυτό που αποκαλούμε σπιτική φωλίτσα και πόσο ανίκανοι στεκόμαστε μπροστά σε μια φουσκωμένη τσέπη.

   Αναφέρεστε αναμφίβολα στο Fight club, του Φίντσερ μια από τις πλέον συζητημένες ταινίες με διφορούμενες κριτικές και σχόλια, συμπλήρωσε η μικρή ανάφτρα, που πίστευε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή να αναδείξει το σινεφίλ προφίλ της. Σα να μην την άκουσε, ο νεαρός ποιητής συνέχισε το μονόλογό του.

   -Ποτέ δε με συγκίνησε η πεζογραφία, ακόμα και αυτήν που μεταφέρουν με μαεστρία ικανοί σκηνοθέτες. Αλλά, εδώ είχα μια αποκάλυψη. Πρώτη φορά στη ζωή μου αισθανόμουν φρίκη και οργή για την απάθεια του σύγχρονου ατόμου στο πραγματικό πρόβλημα της εποχής: την πολύπλευρη κατάπτωση του ατόμου πρώτα και μετά της κοινωνίας. Πολλοί είδαν την εν λόγω ταινία, ελάχιστοι πίστεψαν στην ουσία της. Οι κριτικοί που αναφέρατε, παγιδεύτηκαν στην ανάδειξη του ανδρικού σώματος, στη λανθάνουσα ομοφυλοφιλία και το μισογυνισμό. Οι δε θεατές συγκράτησαν μόνο τις παράνομες λέσχες, όπου ημίγυμνα νταβραντισμένα αγόρια παλεύουν ιδρωμένα. Όχι δεσποινίς. Δεν πέρασε αυτό η ταινία σα μήνυμα και ούτε θα μπω στον κόπο να αναλύσω κρυμμένα νοήματα. Θα πω μόνον τούτο: ο άνθρωπος πρέπει να ιδρώσει, να ματώσει και να σπάσει αν θέλει να κερδίσει τη θέση του στον κόσμο. Κανείς φύλακας άγγελος δεν τον προστατεύει όταν οι “κακοί πολιτικοί” τον εκμεταλλεύονται. Κανένα σύστημα δεν τον κοροϊδεύει, όσο συνεχίζει να αυνανίζεται με διαφημίσεις τραπεζών και κατασκευαστικών. Μόνος πρέπει να ανέβει. Μόνος πρέπει να γιατρευτεί. Μόνος πρέπει να σκοτώσει. Δεν αρκούν οι διαδηλώσεις, οι φωνές και οι άστοχες απειλές. Αυτά γεμίζουν απλώς δελτία ειδήσεων και εξιτάρουν αριστερούς εργατοϋπαλλήλους. Έτσι μίλησε και σώπασε.

   Της πήρε κάποια δευτερόλεπτα να συγκεντρωθεί και να ηρεμήσει τα ανταριασμένα της σωθικά. Αηδίαζε, όλο και περισσότερο. Αυτό το νεαρό παιδί που κέρδισε στα 25 του τόσα βραβεία ποίησης και τόσες διακρίσεις λογοτεχνικές δεν ήταν παρά ένα αναρχοκομμουνιστάκι που το φούσκωσαν το μυαλό με μπούρδες. Ακόμα και αν η αριστερές εφημερίδες τον είχαν χαρακτηρίσει αλλοπρόσαλλο και τον έθαψαν κριτικά, χαρακτηρίζοντάς τον άμυαλο απολιτικό ον χωρίς ταυτότητα, εκείνη ήταν βέβαιη ότι έρεε αίμα του “Πατερούλη” στις φλέβες του. Ας πέταγε όσο μελάνι ήθελε η ανασφαλής σουπιά. Δε θα την ξεγελούσε. Και ο πατέρας της το ίδιο ήταν. Όλο για πνευματική ανάσταση μίλαγε, για κάποιον Όργουελ και κάτι γουρούνια. Γεμίσαμε κουμμούνια σκέφτηκε και έφτιαξε το κουμπί του ντεκολτέ της. Τότε εκείνος έγειρε προς το μέρος της και όλο νόημα ψιθύρισε:

 Είπα να αλλάξουμε τον κόσμο, με τσεκούρι και φωτιά κι όχι με δυόσμο

-Μπακούνιν; ρώτησε εκείνη περιπαιχτικά.

-Βλάσης Μπονάτσος, της είπε, χτυπώντας φιλικά το πόδι της. Σηκώθηκε πέρασε τα χέρια του πίσω από την πλάτη και τράβηξε ίσια για την πόρτα. Εκείνη απλώς χάιδεψε τα μαλλιά της και έβγαλε το μικρόφωνο. Η συνέντευξη τέλειωσε.

*   *   *

Ιωσήφ Σ.

διαβάστε ακόμα από τον Ιωσήφ