Αρχείο ετικέτας εκδοσεις

Η ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΔΕΣΠΟΤΗ

 

Αμάρτησα η δύστυχη με αμαρτία τόση,
που μόνο ένας δέσποτας μπορούσε να με σώσει.
Ξεκίνησα η αμαρτωλή για το μικρό ξωκλήσι,
να πάω να βρώ το δέσποτα να με ‘ξομολογήσει.

……………………………………………………………….

–«Καλή σου μέρα Δέσποτα, έχεις για λίγο χρόνο;
Είναι βαρύ το κρίμα μου, έχω μεγάλο πόνο.»
–«Πέρασε μέσα τέκνο μου να ξομολογηθείς,
κι απ’τον μεγαλοδύναμο στο τέλος θα κριθείς.»

……………………………………………………………..
Άρχισα να του ‘μολογώ όλες τις αμαρτίες,
τα κρίματα, τα βάσανα, πολλές μου ακολασίες,
τρίσβαθα της ψυχούλας μου και το κρυφό μαράζι,
και ένιωσα τον Δέσποτα να βαριαναστενάζει.

……………………………………………………………….
Λυπάται ο έρμος σκέφτηκα, ραγίστηκε η ψυχή του.
που να την είχα φανταστεί τη θύελλα στο κορμί του.
Κει που ξομολογιόμουνα της αμαρτίας τη μέθη, (τη δυσκολία των όχι)
το χέρι του δεσπόταρου μέσ’στο βρακί μου ευρέθη. (εχώθη)

…………………………………………………………….
Ταράζομαι και σείομαι απ’το βουβό το πάθος
κι αναφωνεί ο Δέσποτας: «Θεέ μου μέγα λάθος».
Ψαχούλευε ο άθλιος του κώλου μου το χάσμα
σιγανομουρμουρίζοντας: «Ωωωω..μα τι θείο φάσμα».

……………………………………………………………
«Αυτός είναι υπέροχος, διαολεμένος κώλος,
τέτοιον δεν έχει η παπαδιά, δεν έχει ο κόσμος όλος.»
«Αλίμονο», ανέκραξε, «και άλλο δε θ’αντέξω»,
και έβγαλε τον πούτσο του από το ράσο έξω.

………………………………………………………….
Συνέχισα να του μιλώ για λάθη περασμένα
κι αυτός τον έπαιζε αργά, αργά και καυλωμένα.
Μονολογούσε ο Δέσποτας: «Τέκνο μου λέγε κι άλλα…
πες για τις πίπες τις τρελές, τα όργια τα μεγάλα!!!!!!!!!!!!».

…………………………………………………………..
Με εντολή του Δέσποτα συνέχισα να λέω
και κάπου κάπου βούρκωνα, με έπιανα να κλαίω.
Του έλεγα για πηδήματα, για τις παρτούζες όλες
και για το πώς ερούφαγα αχόρταγα τις ψώλες.

…………………………………………………………….
Και χάιδευε και βόγκαγε, έψελνε και τρισάγιo,
και κάπου κάπου έλεγε: «Θεέ, δώς μου κουράγιο.»
Λεπτομερείς περιγραφές μου ζήταγε να κάνω,
Αλλιώς, κατά πώς έλεγε, την άφεση τη χάνω.

…………………………………………………………..
Ο Δέσποτας είχε φτιαχτεί και μέρα μεσημέρι
απ’το πολύ το παίξιμο, τούχε πιαστεί το χέρι.
Εμούγκριζε και γκάριζε, καύλα είχε μεγάλη,
όταν στα ξάφνου με βουτά, με πιάνει απ’το κεφάλι.

…………………………………………………………
«Ώρα να σκύψεις τέκνο μου, τι η αμαρτία μεγάλη
σε όσα χρόνια λειτουργώ… δεν είδα τέτοιο χάλι!!!!!!!!»
Αφού το είπε ο Δέσποτας…τι άλλο πια να κάνω…
στην πίπα επιδόθηκα χωρίς να αμαρτάνω.

…………………………………………………………
–«Σ’αρέσει έτσι Δέσποτα, το θες κάπως αλλιώς?»
–«Καλά το κάνεις τέκνο μου, ορθώς πολύ ορθώς.»
–«Δέσποτα εκουράστηκα… μου πιάστηκε το στόμα.»
–«Συνέχισε αμαρτωλή…πολύ απέχω ακόμα.»

……………………………………………………………..
Άαααααααααντε να τού’βρω το ρυθμό, να φύγει η αμαρτία
πίπα σε γέρικη ψωλή είν’ σκέτη μαλακία.
Κι εκεί που σιγοέβριζα: «το κέρατό μου όλο»
με τρόμο ακούω τον Δέσποτα: «Και τώρα θέλω κώλο».

…………………………………………………………
Ε τι να κάνω…γύρισα…μ’έπιασε απ’τη μέση
κι ευχόμουνα η άμοιρη ο πούτσος του να πέσει.
Αμ… ο Δεσπότης ντούρεψε σαν είδε τέτοιον κώλον
και άρχισε να φωνασκεί: «Θα στονε χώσω όλον».

…………………………………………………………….
Και όρμησε ασυγκράτητος, ουρλιάζοντας «ΧΡΙΣΤΕΕΕΕΕΕΕ ΜΟΥ»
τόση ευλάβεια, εγώ, δεν είχα δει ποτέ μου!!!
Λυσσομανούσε ο έκφυλος, σκούζοντας «ΑΜΑΡΤΩΩΩΩΩΩΩΩΩΛΑΑΑΑΑΑ»
«Για να σωθείς ακόλαστη, θα μου τα πάρεις όοοοοοοοολα».

…………………………………………………………….
Πετάχτηκ’ απ’το κεφάλι του ως και το καλυμμαύκι,
τον ένιωθα να καίγεται σαν της Λαμπρής κεράκι.
Σε μια στιγμή εφώναξε: «Σ’αρέσει αυτός ο πούλος;»
που μόνο δεν γκρεμίστηκε της εκκλησιάς ο τρούλος.

…………………………………………………………..
Και «τι σου κάνω μάνα μου;» κι ήθελε να απαντάω
«Όλον τον δίνεις Δέσποτα, με κάνεις να πονάω…»
Και δώστου-πάρτου ο Δέσποτας, «σε σκίζω βρε καριόλα»
«Γαμώ τον κώλο σου γαμώ και τα καντήλια όλα.»

……………………………………………………………
Κι εκεί που είχε χαραχτεί πόνος στα δυό μου χείλη
στον κώλο μου εμπλέχτηκε το θείο πετραχήλι.
Μα αυτός εκείιιιιιι ακράτητος: «Ναι, όλον σου τον δίιιιιιινω»
και τέλος ζητωκραύγασε «Αμαρτωλή σε χύυυυυυυυνω»!!!!!!!!!!!

……………………………………………………………..
Απόκαμε ο Δέσποτας, πέφτει πίσω στον πάγκο,
για μια στιγμή εγώ νόμισα πως έπαθε λουμπάγκο.
«Ώρα καλή σου τέκνο μου και πλέον μη λυπάσαι,
τι ο θεός σε άκουσε, ευλογημένη νάσαι.»

………………………………………………………………
«Ύπαγε τώρα τέκνο μου, πλέον μην αμαρτάνεις,
αντί για σεξ, πρέπει εσύ μια προσευχή να κάνεις.
Κι αν η ψυχή σου τέκνο μου στο μέλλον αμαρτήσει,
πρόθυμος είν’ ο Δέσποτας να σε ‘ξομολογήσει.»

Διαβολοτάτη

Βίντεο με τον Νικόλα τον Άσιμο

Το βίντεο που αλιεύσαμε από το κανάλι της iocastis είναι από ένα αφιέρωμα της ΕΤ-3 για τον Νικόλα Άσιμο (φαίνετε ε?). Το τραγούδι καταρρέω νομίζω πως δεν έχει κυκλοφορίσει από τον Νικόλα σε κασέτα (αν λαθυεύω διορθώστε με) και οι περισότεροι το γνωρίζουν ή το γνώριζαν μόνο από τον Παπακωνσταντίνου. Όπως και με άλλα τραγούδια του Νικόλα υπάρχουν νέα παιδιά που δεν ξέρουν ότι είναι δικά του. Το Ουλαλούμ για παράδειγμα το μελοποιημένο ποιήμα του Γιάννη Σκαρίμπα ή το Λίνα, κάποιοι αγνοούν τις εκτελέσεις του Νικόλα και είναι κρίμα γιατί είναι συγκλονιστικές. Το έργο του Νικόλα είναι πολύ μεγάλο και για αυτό πρέπει όλοι να φροντίσουμε να μην ξεχαστεί. Και ο ίδιος πιστεύω πως καταβάθος θα την ήθελε μια υστεροφημία.

Το παραπάνω βίντεο  είναι από την εμφάνιση του Άσιμου στην ταινία «τα βαποράκια», γνωστή και ως «άλλος για τον Κορυδαλλό» παραγωγής 1983. Εδώ ο Νικόλας λέει τα δικά του κάλαντα… Έχει παίξει και σε μια σκηνή στην cult ταινία του Νίκου Ζερβού «Ο δράκουλας των Εξαρχείων» παραγωγής επίσης του 83. Στην ταινία έπαιζαν μεταξύ άλλων ο Τζίμης Πανούσης και ο Δημήτρης Πουλικάκος. Όποιος δεν την έχει δει επιβάλεται να τη δεί!!! Εδώ ο Νικόλας εμφανίζεται να βγαίνει μέσα από τη θάλασσα πάνω σε ένα ποδήλατο και να συνομιλεί με τον Βαγγέλη Κοτρώνη…

Μετά τη σκηνή της ταινίας θα δείτε φωτογραφίες του Νικόλα και ακούγεται το τραγούδι «Μπαγάσας». Οι φωτογραφίες είναι από το εξαιρετικό βιβλίο του Γιώργου Αλλαμάνη, «Δίχως καβάτζα καμιά» βίος και πολιτεία του Νικόλα Άσιμου, από τις εκδόσεις Λιβάνη. Σε αυτό υπάρχει πολύ υλικό για τον Νικόλα και πλούσιο φωτογραφικό υλικό.

Το παραπάνω βίντεο είναι από την εκπομπή «μηχανή του χρόνου», όπου έκανε ένα αφιέρωμα στον Νικόλα Άσιμο. Περιέχει και ένα απόσπασμα από ένα παλιό δοκυμαντέρ της κρατικής τηλεόρασης νομίζω, «τα ξωτικά της πόλης». Εδώ θα δείτε να μιλάνε μεταξύ άλλων,  ο Ζερβός και ο Αλλαμάνης. Την εκπομπή ή αποσπάσματα της, μπορείτε να βρείτε στο youtube. Για την εκπομπή αυτή έδωσε συνέντευξη και ο Χρήστος Ζυγομαλάς από την οποία ελάχιστα  στοιχεία χρησιμοποιήθηκαν και έτσι όπως γράφει και στο κανάλι του youtube zygomalas ο ίδιος ο Ζυγομαλάς ζήτησε το δικάιωμα να πάρει και αυτός βίντεο της εκπομπής για να μη διαστρεβλωθούν τα λεγόμενα του. Ακουλουθούν τα τρία μέρη της συνέντευξης γιατί πιστεύω πως έχουν αρκετό ενδιαφέρον. Για όσους δεν γνωρίζουν τον Ζυγομαλά ας τον γνωρίσουν…

Ακολουθεί βίντεο από την εκπομπή «πρωταγωνιστές»  που έκανε αφιέρωμα στους «Άγιους των Εξαρχείων»‘… Άσιμο, Γώγου, Σιδηρόπουλο…

Το επόμενο είναι και πάλι από το δοκυμαντέρ της ΕΤ-3. Είναι το τραγούδι Δωμάτιο στο Αστερνταμ.

…και το παρακάτω βίντεο (πάλι απο δοκυμαντερ της ΕΤ-3) από ζωντανή εκτέλεση του τραγουδιού «ο μηχανισμός…

Και για το τέλος ακολουθούν δύο μέρη από το δοκυμαντέρ της ΕΤ-3. Το δεύτερο περιέχει και το «κατερρέω» που το έβαλα και στην αρχή. Δείτε το άλλη μία… αξίζει όσο πάει…τα βίντεο αυτά τα βρήκα εδώ

Αυτά για τώρα. Συγχωρέστε με για λάθη και παραλήψεις.

Γιώργος

«Watercraft» by Epic Productions

«Το Watercraft I Blood & Water» είναι η όγδοη και κορυφαία ως τώρα ταινία της Epic Productions. Ανήκει στην κατηγορία του Ελληνικού cult ή underground ή ανεξάρτητου κινηματογράφου ή όπως αλλιώς θέλετε πείτε το. Τα παιδιά έχουν κάνει πολύ καλή δουλειά! Η ταινία είναι γυρησμένη στην Κέρκυρα. Για τις υπόλοιπες ταινίες τους πατείστε εδώ απολαύστε…

Thodorabo & άλλες περιπέτειες!!!

Τα βίντεο που θα δείτε εδώ τα βρήκαμε ύστερα από αρκετο ψάξιμο και μείναμε μαλάκες!!! Είναι το αίσθημα που θα ένοιωθε κανείς αν ανακάλυπτε κάποιο κρυμμένο θυσαυρό και για αυτό τα λόγια είναι περιτά… Το trobmaster έχει μπει στη ζωή μας!!! Για περισότερα μπείτε στο κανάλι του  Thodorabo και απολαύστε. Ακολουθεί ένα μικρό δείγμα…

ΣΚΙΕΣ

Τέλεια φαίνονται όλα
φήμες είναι όμως κακές
γιατί εγώ φοβάμαι
του νου μου τις σκιές

Και θ’ αυτοκτονήσω
μια μέρα σκοτεινή
που ήλιος θα ‘χει φύγει
για χώρα μακρινή

Και θα με συγχωρέσεις
μια νύχτα μαγική
που θα σου ψιθυρίσω
πως σ’ αγαπώ στ’ αυτί

Στ’ αστέρια θα το γράψω
κι όταν ψηλά κοιτάς
θα βλέπεις τι σου είπα
και θα χαμογελάς

Θοδωρής

διαβάστε ποιήματα του Θοδωρή εδώ

*από το τεύχος 6

“ΚΟΥΦΙΑ ΛΟΓΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΡΕΛΟ ΤΗΣ ΓΕΙΤΟΝΙΑΣ”

Ι. Μουνοθεωρίες

Αναμφίβολα, από τα άτομα που συναναστρέφεσαι, μπορείς να μάθεις πολλά χρήσιμα πράγματα. Ακούστε κι εγώ τι έμαθα. Τις κοπέλες πάνω απ’όλα πρέπει να τις βλέπουμε ως μουνιά. Ποτέ ως άνθρωπο, ως χαρακτήρα, ως γυναίκες. Βέβαια, υπάρχουν και διαβαθμίσεις σ’ αυτόν τον χαρακτηρισμό. Πώς αλλιώς θα συγκρίνουν τα μουνιά τους τα αρσενικά της παρέας και θα πειράζει ο ένας τον άλλον; Ακούστε προσεκτικά λοιπόν. Αρχίζουμε από το θεϊκό μουνί, μετά πάμε: γερό, μεγάλο, καλό, μέτριο και καταλήγουμε στο…. σαβούρικο. Καταλάβατε;

Όποιος έχει αντίρρηση, να ξέρει ότι ανήκει στις εξαιρέσεις, στη μειονότητα, είναι βλάκας, καθυστερημένος, έχει ίδια μυαλά με τον παππού του, δεν ξέρει τίποτα από μουνιά, είναι υπερβολικά ρομαντικός, κοριτσάκι και καλά θα κάνει να κόψει τις μαλακίες.

Τουλάχιστον δεν είναι ο μόνος που διαφωνεί. Κι εγώ μαζί του.

ΙΙ. Θεωρία νούμερο δυο

Ποτέ δε σταματάς να αγαπάς κάποιον, απλά μαθαίνεις να ζεις χωρίς αυτόν…

XXX ERROR! XXX
The program «Iloveyoutodeath.exe» has just crushed, due to the missing file: «unconditional_love.dll»
Do you want to report the error to your heart, or connect to life and download it?

ΙΙΙ. Ο χαμένος τα παίρνει όλα

Τι είναι όλα αυτά; Γιατί δεν καταλαβαίνω τίποτα; Τι είναι αυτά τα φώτα στο κεφάλι μου; Γιατί η πόρτα είναι ανοικτή; Ποιος ήπιε το νερό μου γαμώ; Άμα τον βρω τη γάμησε. Τι δουλειά έχουν τόσα ξυραφάκια στο μπάνιο; Και το αίμα που το πας; Η μαυροφορεμένη κυρία ψιθυρίζει ξανά τις δέκα προσευχές της, μόνο που όλοι νομίζουν ότι είναι εννιά, γιατί την τελευταία τη λέει από μέσα της. Χαχαχα. Τώρα ρωτάω κάτι τύπους που περιφέρονται άσκοπα στο σπίτι μου να μου πουν την ιστορία τους. Κι αυτοί το μόνο που κάνουν είναι να κουνάνε σαν τρελοί τα χέρια κάνοντας βίαια νοήματα. Απορώ γιατί δε μου μιλάνε ποτέ. Μα φυσικά, αφού δεν έχουν κεφάλι. Ίσως και γι’ αυτό να μην βρίσκουν την έξοδο. Το φεγγάρι ήταν κόκκινο χθες. Όχι αυτό το πορτοκαλί που βλέπουμε καμιά φορά όταν είμαστε τυχεροί. Κόκκινο. Πολύ κόκκινο. Δεν το είδες; Το είδες και ήταν λευκό; Ε τότε μάλλον τα μάτια μου είχαν γεμίσει με αίμα. Απ’την κούνια ως το τρελοκομείο δεν είναι μακρύς ο δρόμος. Σε όλο το δρόμο ήταν γραμμένη η φράση «δεν υπάρχει
επιστροφή». Τώρα ο τοίχος γράφει «δεν υπάρχει έξοδος από αυτή τη κόλαση». Και όλοι με έχουν για χαμένο. Φυσικά και είμαι, και δε με πειράζει καθόλου. Γιατί θυμάμαι το στίχο που έγραψε κάποτε ένας φίλος:
«Ο χαμένος τα παίρνει όλα»

IV. Αϋπνίες

Χθες το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ….. είχα ένα βήχα…
Χθες το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ….. είχα δυο βήχες…
Χθες το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ….. είχα τρεις βήχες…
Χθες το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ….. είχα τέσσερις βήχες…
Χθες το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ….. είχα πέντε βήχες…
Χθες το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ….. είχα έξι βήχες…
Χθες το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ….. είχα εφτά βήχες
………………………
Χθες το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ….. είχα εφτά χιλιάδες εννιακόσιους ενενήντα εννιά βήχες…
Χθες το βράδυ δεν μπορ…. ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ, ΓΑΜΗΜΕΝΟ ΞΥΠΝΗΤΗΡΙ……..

V. Αμπελοφιλοσοφίες ενός μικρού τρελού

Αναρωτιέμαι ώρες ώρες που το βρίσκουν τόσο θράσος οι γενιές των «γονιών» και των «παππούδων» μας. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί όποτε χρειάστηκα τη βοήθειά τους, αυτοί μου γυρίσανε την πλάτη. Από μια απλή εξυπηρέτηση, μέχρι τη βοήθεια για την υλοποίηση κάποιας ιδέας, κάποιου φευγάτου ονείρου, για να αλλάξει έστω και λίγο αυτός ο ρημαδιασμένος κόσμος. Σε κοιτάνε ίσα στα μάτια με λυπημένο βλέμμα, σου χαμογελάνε και σου λένε: «Συγγνώμη, δεν γίνεται.»
Δηλαδή με απλά λόγια σου λένε:
«Να πας να γαμηθείς μικρέ, αυτός ο κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ. Κι εμείς προσπαθήσαμε να τον αλλάξουμε, πήγαμε να κάνουμε τη δικιά μας επανάσταση, αλλά αποτύχαμε. Εδώ αποτύχαμε εμείς και θα πετύχεις εσύ; Όχι, είσαι καταδικασμένος. Εγώ δεν πρόκειται να ακολουθήσω την τρέλα σου, αν θες να κάνεις κάτι, κάν’το μόνος σου. Εγώ, να ξέρεις, δεν θα σε βοηθήσω, αντίθετα θα σε πολεμήσω με όλη μου τη δύναμη. Μια χαρά είμαστε βολεμένοι, τι τις θες τις αλλαγές; Βολέψου κι εσύ. Άκουσέ με, κάτι ξέρω παραπάνω, είμαι πιο έμπειρος. Βολέψου. Βρες μια καλή δουλίτσα, στο δημόσιο αν γίνεται, για να κάθεσαι. Βρες και μια καλή κοπέλα, από το κοπάδι εννοείται. Οι άλλες είναι επικίνδυνες. Άνοιγε τη τηλεόραση σου, παίρνε τα χάπια σου και μη μιλάς, σαν φρόνιμο παιδάκι. Μη μιλάς γιατί θα βρεις κανέναν μπελά.  Ξέρω εγώ τι σου λέω.»

Τα πράγματα θα αλλάξουν όμως. Και θα αλλάξουν γιατί δεν γίνεται αλλιώς. Γιατί αν δεν αλλάξουν θα έρθει το τέλος. Όχι το δικό μας τέλος. Το τέλος όλων.

Αχ τι μ’ έπιασε σήμερα με τις Τρύπες; Μου έρχονται πάλι στο νου κάποιοι στίχοι του Γιάννη:

Μα όσο κι αν θες να το πιστεύεις
πως μου ‘χεις πάρει κιόλας την ψυχή
ακόμα κι όταν θα νομίζεις
πως πια για πάντα έχω χαθεί
Εγώ θα φλέγομαι, θ’ανθίζω
θα γιορτάζω, θ’ανατέλλω
Θα σε καίω
θα καταστρέφω με τραγούδια
της ψυχής σου το μπουρδέλο
θ’ανατέλλω
Μπορεί αν θες μ’ένα σου ψέμα
να με κρατάς μέσα στη λάσπη
κι αν πάλι χρειαστεί
να μου φοράς τα πιο ωραία σου κουρέλια
και να με βγάζεις σαν σκλαβάκι στο σφυρί
Μα όσο κι αν θες να το πιστεύεις….
Εγώ θα φλέγομαι, θ’ανθίζω
θα γιορτάζω, θ’ανατέλλω
Θα σε καίω
θα καταστρέφω με τραγούδια
της ψυχής σου το μπουρδέλο
θ’ανατέλλω

ΤΕΛΟΣ

Θοδωρής
*από το έκτο τεύχος του περιοδικού Το Κόλο

“ΕΝΑΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΟΥΡΑΝΟΣ”

Παραπατώ. Σκοτάδι. Φεγγάρι χαμένο στον πάτο του μπουκαλιού του κύριου Δ. Μιζέρια. Τι έχω να χάσω. Τα πάντα έμοιαζαν ξένα απόψε. Μα πιο πολύ αιμορραγούσε η αγάπη. Η αγάπη. Χα! Ο κύριος Δ γέλασε μέσα στη μέθη του. Όλα ψέματα απ’το πρώτο χαμόγελο στο τελευταίο δάκρυ για την πιο γλυκιά ανάμνηση που γεννά φρικτές μνήμες. Οι περαστικοί πνιγμένοι στη λήθη περιγελούσαν τον κύριο Δ. Ένα κύριο που διάλεξε να γίνει ουρανός. Μάταιος κόπος, καθώς όλοι του έκοβαν τα φτερά. Πόσο θλιβερό ένας ζωντανός άνθρωπος στον κόσμο των νεκρών. Θλιβερό και ελπιδοφόρο συνάμα. Θα καταφέρει να αναστήσει κάποιον ή θα πεθάνει κι αυτός; Κάποιος δήθεν εύσπλαχνος στην υποτιθέμενη προσπάθειά του να βοηθήσει, τον παροτρύνει να του εξιστορήσει τα γεγονότα με τη σειρά. Ένα δάκρυ σιωπηρά κύλησε απ’το μάτι του Δ.-του πρώην κυρίου-. Ένα τόσο παρανοϊκό γέλιο που καταντούσε ασθενικό. Σειρά; Ψιθύρισε. Δεν υπάρχει σειρά, δεν υπάρχει λογική, δεν υπάρχει αγάπη. Μεθυσμένα λόγια, αλλά τόσο αληθινά. Τυφλοί ακροβάτες είστε όλοι, του λέει ο Δ., που ισορροπείτε σε τεντωμένο σκοινί πάνω από κύματα τσιμέντου, και το κοινό σας… Χα. Το κοινό σας προκειμένου να σκοτώσει την ανία του παρακαλάει να πέσετε… Το κοινό σας γαμιέται μέσα σε μια τουαλέτα ενός κλαμπ, έχοντας ρουφήξει γραμμάρια κοκαΐνης. Είσαι χαρούμενος, λοιπόν; Ποιος είναι η πουτάνα, σίγουρα όχι η γυναίκα που πουλά το κορμί της για να ζήσει. Εσύ είσαι. Συμβιβασμένε. Πήγαινε να κοιμηθείς. Αύριο το πρωί δουλεύεις. Χτυπάς κάρτα. Όχι δεν είμαι τρελός. Απλά έχω ξυπνήσει. Δεν ξέρεις τι λες άνθρωπε μου, είπε διστακτικά με τρεμάμενη φωνή ο συνομιλητής. Μάταιος κόπος είπε ο Δ.

Ξημέρωσε. Δεν κοιμήθηκε όλο το βράδυ. Ένιωθε ένοχος. Κανείς δεν παίρνει την ευθύνη των πράξεων του, κι έτσι την επωμίζεται όλη αυτός. Κοίταξε απ’το παράθυρό του τον ουρανό που ήταν πυκνοκατοικημένος από σύννεφα νευριασμένα έτοιμα να ξεσπάσουν σε ένα ανοιξιάτικο μπουρίνι. Πήρε ένα βιβλίο απ΄την βιβλιοθήκη. Ήταν σκονισμένο. Όχι από απλή σκόνη αλλά από μνήμες. Το φύσηξε. Μάταιος κόπος. Βραδυκίνητες αναμνήσεις πεισματάρες δεν έλεγαν να φύγουν απ’το μυαλό του, απ’το βιβλίο. Το άφησε στην άκρη. Ήταν φοβισμένος. Γυρνάει και μου λέει ότι ο κόσμος είναι ψέμα. Το κοίταξα σιωπηλός και περίλυπος. Δε μπορούσα να του αλλάξω γνώμη. Αυτό το ήξερα, κι έτσι δεν προσπάθησα. Πήρε ένα άλλο βιβλίο, το οποίο βρισκόταν μόνο του, σχεδόν ταλαιπωρημένο πάνω σε ένα ράφι. Τσαλακωμένο. Πρέπει να ήταν του Κάφκα. Δε θυμάμαι πλέον, έχει περάσει καιρός. Αυτό το βιβλίο μου λέει είμαι εγώ. Δεν καταλάβαινα. Το πήρε και διάβαζε ως τη νύχτα. Αργότερα κατεβήκαμε απ’το σπίτι του, και κάναμε μια βόλτα στην πόλη. Όχι σε όλες τις περιοχές. Μόνο στις κακόφημες. Ο κόσμος φοβάται. Φοβάται τον τοξικομανή, τον ξένο, τον άρρωστο. Είναι ομοφοβικοί οι άνθρωποι μου λέει. Φοβούνται μόνο όσους είναι ίδιοι με αυτούς, γι’αυτό τους αποφεύγουν. Γι’αυτό αποφεύγουν τους εαυτούς τους. Με καληνύχτισε και έφυγε με ταχύ βηματισμό. Θα γίνω, μουρμούριζε, ναι θα γίνω.

Το επόμενο πρωί πήγα στο διαμέρισμά του. Δεν τον βρήκα εκεί. Έκανα τον γύρω τις πόλης. Τον βρήκα στο πιο απρόσμενο μέρος. Σε ένα καφέ που μαζεύονταν πλούσιοι κύριοι, και ακριβοντυμένες κατίνες οι οποίες κοιτούσαν μόνο ψηλά. Ποτέ αριστερά ή δεξιά. Ίσως τις εμπόδιζαν οι παρωπίδες. Ξάφνου είδα τον Δ. Με προσκάλεσε. Ήταν πάντα φιλικός μαζί μου. Ακόμα αναρωτιέμαι το γιατί. Ήταν ντυμένος με το ίδιο σακάκι εδώ και ένα μήνα. Η ανάσα του μύριζε ουίσκι. Όνειρα, μου είπε. Είμαι παλιάτσος. Είμαι ένας κλόουν που διασκεδάζει τους νεκρούς. Μα με ανοιχτά μάτια, μονολογούσε δυνατά. Παραληρούσε. Όλα τα βλέμματα είχαν καρφωθεί πάνω του. Οι κύριοι ενοχλημένοι κάλυπταν την βρωμιά τους καλώντας την αστυνομία να έρθει να συλλάβει τον διαφορετικό. Τι ήταν; Ένα αυτόνομο πιόνι στη σκακιέρα. Οι κυρίες έκλειναν την μύτη τους για να αποφύγουν τη δυσοσμία του Δ. Φοράτε μάσκες οξυγόνου για να αναπνεύσετε, φώναζε ο Δ. με μακρόσυρτη λεπτή φωνή, σχεδόν σαν τσιρίδα. Μάσκες οξυγόνου όμως στις νεκροκεφαλές σας. Θα γίνω. Γίνε και συ. Σίγουρα το σκέφτηκες. Σίγουρα. Αγάπησε το μαύρο, αγάπησε το ξένο, αλλά πρώτα αγάπησε εσένα το λευκό, το λευκό του νεκρού και άσε τα φωτεινά χρώματα για αύριο, για πάντα. Όσο για μένα διαλέγω το γκρι. Πότε μαύρο, πότε άσπρο. Γίνε και συ. Εγώ θα γίνω ουρανός. Πάντα ήθελα. Γίνε και συ. Όχι ουρανός. Γίνε αστέρι, γίνε χάος, γίνε μηδέν, γίνε τα πάντα. Στο χέρι σου είναι. Από δω και μπρος θα ‘μαι πάντα από πάνω σας. Θα σας ξυπνάω και θα σας κοιμίζω, είπε κάπως βραχνά και ξεψύχησε. Ευτυχώς, βροντοφώναξαν όλοι οι θαμώνες. Πάει ο τρελός. Εγώ όμως το ήξερα ότι έγινε. Όχι απλά έγινε, αλλά έγινε ουρανός. Μου το είχε πει. Δε μπορεί να έλεγε ψέματα.

Τώρα εσύ αναγνώστη, μην θρηνήσεις για τον Δ. τον τρελό, τον τσαρλατάνο, αλλά αν και λίγο απλά τον ένοιωσες και αγάπησες, Γίνε και συ, Γίνε ότι ονειρεύεσαι.

Σπύρος

διαβάστε και άλλη μια ιστορία του Σπύρου εδώ

*δημοσιεύτηκε στο έκτο τεύχος του περιοδικού Το Κόλο

Η ΖΩΟΛΟΓΙΚΗ ΜΑΣ ΚΑΝΤΙΝΑ

Μέρος κάτι πριν από το 1ο …. «η λαδωμένη αλεπού»

Έπινα κρασί μέσα σε μια σπασμένη λάμπα, καθώς όλο και προσπαθούσα να σκάψω μέσα στην υγρή άμμο που με τριγύριζε… τότε ρώτησα μια αλεπού πως τη λένε… και δεν μου απάντησε… σκέφτηκα πως ίσως με το να ρωτάς ένα ζώο πως το λένε δεν ακούγεται και πολύ λογικό και πως ίσως αν κάποιος με έβλεπε μπορεί να με πέρναγε για αφηρημένο ζωγράφο… έτσι την ρώτησα πόσο πουλάει το μαλλί της γριάς… τότε προς μεγάλη μου έκπληξη, η λαδωμένη αλεπού(το λαδωμένη το πρόσθεσα γιατί αλεπού μου ακουγόταν πολύ σκέτο… είναι σα να λέμε σούπα χωρίς κουτάλι) μίλησε!!!!!… «όλοι θέλουμε να περπατάμε ξυπόλητοι, όλοι θέλουν να μου μοιάσουν μα κάτω από τα πόδια μου φοράω κάλτσες»… και έτσι ξεκίνησε ο πρώτος στη ζωή μου διάλογος… αλλά και μόλις είχε τελειώσει… ότι έχει και μια αρχή, έχει και ένα τέλος… πάντα οι ανεμιστήρες κινούνται αριστερόστροφα… πάντα μια μύγα φαίνεται όταν πέφτει μέσα στο γάλα…

Στέφανος

*δημοσιεύτηκε στο πέμπτο τεύχος του περιοδικού

Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ ΤΩΝ ΙΜΟΛΑ

Πέντε φίλοι κάθονταν και τα έπιναν ένα βράδυ
στο διπλανό παγκάκι είχε αράξει ένας γέρος
παράξενα άρχισε να μιλά, για θρύλους αρχαίους
για ιστορίες ξεχασμένες και για ήρωες νεκρούς

Και όπως τα ‘φερε η ρημάδα η κουβέντα
τους είπε για έναν θησαυρό πολύτιμο
που η ινδιάνικη φυλή των Ιμόλα έκρυψε
βαθιά μέσα σε μια καταραμένη σπηλιά

Οι πέντε φίλοι τότε σηκώθηκαν αμέσως πάνω
και πήγαν και φτιάξαν τις βαλίτσες τους
στο πρώτο πλοίο μπήκαν για να βρουν
τον χαμένο υπερπολύτιμο θησαυρό τους

Χρόνια έψαχναν τη μυστική σπηλιά
ακούραστοι, με τους σάκους στον ώμο
και τελικά τη βρήκαν, αγνοώντας όμως
τα σχέδια της παιχνιδιάρας μοίρας

Μέρες βάδιζαν στα σκοτεινά μονοπάτια
το πρωτόγονο ένστικτο ακολουθώντας
ώσπου στο τέλος να τος μπροστά τους
ο περίεργος θησαυρός των Ιμόλα

Ούτε βουνά χρυσάφι, ούτε νομίσματα
παρά μόνο ένας όρθιος σκελετός
και πάνω στο λευκό κρανίο του
ένα στέμμα σκοτεινό να φεγγοβολά

Όλοι το φόρεσαν εκτός από έναν
μα στο κεφάλι πάνω όταν το ‘βαζαν
μια σπίθα απόκοσμη έλαμπε στα μάτια
και το στέμμα όλο και σκοτείνιαζε

Σε λίγο τσακώνονταν και βρίζονταν
το στέμμα ποιος πρώτος θα φορέσει
και στο τέλος ο ένας έφαγε τον άλλον
και το αίμα τους έβαψε το πάτωμα

Κι όταν μόνος έμεινε ο πέμπτος της παρέας
τη πηγή του μαύρου φωτός πήρε στα χέρια
στο κεφάλι τη φόρεσε δίχως δεύτερη σκέψη
η λογική ξεψύχησε, η παράνοια κυριάρχησε

Το τέλος του κακόμοιρου ήταν αποτρόπαιο
οι σιχαμερές λεπτομέρειες ας παραληφθούν
το στέμμα πλέον κολυμπά μεγαλοπρεπές
μέσα σε μια λίμνη με αίμα και σάρκες

Γέλια ακούστηκαν τσιριχτά και απαίσια
και δυο δαίμονες βγήκαν απ’τις σκιές
το στέμμα βάλανε στη θέση του ξανά
και χορό στήσανε πάνω από τα πτώματα

Κι αφού τη δίψα τους λαίμαργα ξεδίψασαν
μεταμορφώθηκαν σε γέρικες φιγούρες
και στους δρόμους ξεχύθηκαν να διηγηθούν
το θρύλο για το θησαυρό των Ιμόλα
Θοδωρής

δημοσιεύτηκε  στο πέμπτο τεύχος του περιοδικού Το Κόλο

Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΑΡΛΕΚΙΝΩΝ

Θυμάμαι να είχα κοιμηθεί… είμαι σίγουρος… σε κάποια φάση, σαν να ξύπνισα από μια βαθιά νάρκη, βρέθηκα όρθιος να περιφέρομαι στο κατασκότεινο δωμάτιό μου…τι σκατά…τι κάνω εγώ τώρα εδώ;…τι υποτίθεται ότι κάνω;;; και τότε εμφανίστηκαν, άσπρα σημάδια αρχικά, μετά άρχισαν να παίρνουν σχήμα, μετά σώμα…τώρα χορεύουν γύρω μου… σκοτεινές φιγούρες στριφογυρίζουν γύρω μου και τραγουδούν ρυθμούς που μάθανε στην κόλαση…αρλεκίνοι…νόμισα ότι είναι ψεύτικοι, ηλίθια δημιουργήματα της άρρωστης φαντασίας μου…πλησιάζω έναν και ακουμπώ την παλάμη μου στην άσπρη μάσκα του, περιμένοντας από στιγμή σε στιγμή να εξαφανιστεί…Κι όμως, δεν φεύγουν! Το χέρι μου αγγίζει μια γλιστερή, παγωμένη επιφάνεια…γελάει! Γελάνε όλοι τους! Δεν μπορεί! Δεν μπορεί να είναι αληθινοί! Τσιρίζω σαν κοριτσάκι…Τώρα ξαναπιάνουν το χορό και το τραγούδι τους και με τραβάνε μαζί τους. Με παρασέρνουν στο ξέφρενο καρναβάλι…γύρω γύρω…παράξενο, το δωμάτιό μου δεν ήταν ποτέ τόσο μεγάλο…μου προσφέρουν μια μάσκα και τη φοράω…φέρτε μου κι ένα καπέλο…να γίνω αρλεκίνος σωστός…

Ωραία, τώρα καλύτερα… Γνωστοί πλέον οι ρυθμοί…ξέρω μέχρι και τα λόγια…Πώς γίνεται αυτό δεν ξέρω… Τώρα μόνο να τραγουδώ ξέρω και να στριφογυρίζω…γύρω γύρω…ελάτε όλοι στο χορό γαμώ τη λογική σας…γύρω γύρω…

Και το σκοτάδι κατάπιε το τρελό κοπάδι των χορευτών δίνοντας το σκήπτρο στο φως και την περιορισμένη ανθρώπινη λογική που λίγα βλέπει, λίγα πιστεύει και πάρα πολλά αγνοεί… Ρώτα όποιον θες, θα σου πει ότι η ιστορία αυτή είναι ψεύτικη…Και πώς το ξέρει? Εγώ λέω ότι είναι αληθινή… Όμως εγώ έχω δει και ξέρω… Και μη νομίσεις ούτε στιγμή ότι η ιστορία αυτή είναι ψεύτικη…Δεν θες να δεις τι υπάρχει κάτω από τη μάσκα… Συνέχισε αν θες να μην πιστεύεις, μέχρι το βράδυ που θα τους ακούσεις να σε καλούν κι εσένα στο χορό τους…

Come on, little boy

move your fucking ass

come join the harlequins

in our crazy dance!

(οι αρλεκίνοι δεν ξέρουν ελληνικά!!!)

Θοδωρής

*από το πέμπτο τεύχος του περιοδικού ΤΟ ΚΟΛΟ