Αρχείο ετικέτας κώλος

Ο Μακεδονομάχος

Ξεγύμνωσες τα σφριγηλά σου οπίσθια
στους τυράννους εμπρός.
Σαν ήλιος Βεργίνας έλαμψες
και τα μάτια τους…
εχύθηκαν απ’ τις κόγχες.
Η παναγία εδάκρυσε
καθώς σ’ τον είδε.
Γενναίε εσύ Μακεδόνα,
εχάραξες εις τη μνήμη των Ελλήνων,
την πατριωτική κωλάρα σου.
Αθάνατος!

 

Γιώργος Μικάλεφ

«Ο ΚΩΛΟΣ ΤΗΣ ΜΠΟΥΖΟΥ» του Θανάση Πάνου

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Ο αγώνας της είχε γίνει πια στοίχημα ζωής. Κήρυξε ξανά τον πόλεμο και αποφασισμένη για την νίκη έσπασε τον καθρέπτη της που εξυμνούσε τον λαϊκισμό της χλιδής. Ότι και να έτρωγε γλίστραγε μέσα στο σώμα της σε ένα ταξίδι που οδηγούσε κατευθείαν στον κώλο της. Είτε πρωινό εμπλουτισμένο με φυτικές ίνες είτε μεσημεριανό χωρίς ψωμί , προσγειωνόταν πάντα εκεί, στο ίδιο σημείο που μεγάλωνε συνεχώς , που λες ότι ήταν ένα αχόρταγο τερατάκι ανεξάρτητο από τα άλλα μέρη του σώματός της που ζήταγε όγκο, γεννημένο με μόνο σκοπό να τη μετατρέψει σε Πούλμαν .

 Ο κώλος είχε έτσι συνδεθεί στο μυαλό της με το ρήμα βασανίζω και διατάρασσε συνεχώς την εσωτερική ειρήνη και αρμονία που αποζητούσε στον αγχωτικό βίο της. Καθημερινά , κάθε βήμα της ήταν ένας μεσαίωνας ένας μακάβριος χορός με την τροφή όπου ο ρυθμός του επιβάλλει την ίδια σφαγή της αυτοπεποίθησης της. Ο εφιάλτης είχε κυριέψει όλες τις σκέψεις της σε σημείο που όταν ξάπλωνε στον καναπέ τον ένοιωθε σαν ένα κομμάτι από ψωμί ή κράκερ όπου επάνω του αναπαύεται με ηδονή κάποιος μεζές από τυρί , κρέας ή κάποια ακαθόριστη αλοιφή. Αυτό όσο την φρίκαρε άλλο τόσο άνοιγε την όρεξη του όπισθεν εχθρού.

Το όνομα της το είχε ξεχάσει, πίστευε πια ότι την φωνάζουν όλοι Μπουζού, δηλαδή μπουζουριάζω και κατ΄ επέκταση ευμεγέθη κωλάρα , τσέπη φαγητού κοιλιά και φυλακή άναρχων κώλων. Έτσι η Μπουζού το μόνο που άκουγε είναι ότι μπουζουριάζει οτιδήποτε , είτε είναι τροφή είτε ευχή και αυτός ήταν ο κυκεώνας της. Είχε βέβαια δοκιμάσει ότι την τροφοδοτούσαν καθημερινά οι φίλες της που παραδόξως είχαν και αυτές ευμεγέθεις κώλους αλλά θεωρούσαν ότι τους είχαν υπό έλεγχο και σε πλαίσια ερωτικά . Οι φόρμες αδυνατίσματος δεν άλλαζαν το σύνολο των προδιαγραφών παρά τις συνεχείς διαδρομές σε όλα τα μέρη του σπιτιού της και αυτή η συνεχής κίνηση δεν επηρέαζε διόλου την αεροτομή και χωρητικότητα του οπίσθιου κινητήρα της.

Η τιτανομαχία του κώλου ξεκίνησε έτσι με ποιητικό τρόπο με ευγενείς και ακριβείς χρηματικές προσφορές στη βιομηχανία της δίαιτας που δεν δίσταζε να προσφέρει χημικές ενώσεις αλλά και χαβιάρι ως σωτήριο ελιξίριο λόγω του προφανούς μικρού μεγέθους του αλλά και της ιαματικής τιμής ανά βαζάκι με τα 132,5 διαιτητικά μαύρα σπυριά μέσα. …. Ξέρετε, αυτό το μαύρο που βγαίνει από το ψάρι οξύρρυγχος που είναι σαν βερνίκι παπουτσιών… και έχουν βαρεθεί να τρώνε κάθε ημέρα κυρίως οι πιο φτωχοί που και γι αυτό δεν έχουν κώλο. Έτσι και η Περσία λόγω της Κασπίας θάλασσας είχε γίνει και ο αγαπημένος τροφοδότης της . Μετά τις αλλεπάλληλες ήττες και το μεγάλωμα του κώλου οι διάσημες δίαιτες της μιας εβδομάδας αντικατάστησαν παραδοσιακούς τρόπους μάχης, εν ‘ όψη του καλοκαιριού που αποτελούσε το μεγάλο στοίχημα. Αναμειγνύοντας κρασί , αλεύρι από κριθάρι , τριμμένο κατσικίσιο τυρί, μέλι , άνθη, λειωμένο κεχριμπάρι, διακοσμητικά φυτά, μουστάρδα ως και κρεμμύδια , βρήκε την πικρή παρηγοριά ενάντια στις φέτες του ψητού κρέατος τις «εγκλωβισμένες» μεταξύ δύο αναλόγου μεγέθους , φετών ψωμιού. Μετά και από αυτές τις μάχες τίποτε δυστυχώς δεν άλλαζε εκτός ίσως από τα αέρια της, η οσμή και η καυστικότητά των οποίων την απέτρεπε και από ερωτικές σκέψεις εξαιτίας του αντιερωτικού διχλωροαιθυλίου που εξέπνεε ο όπισθεν σιαμαίος αντίπαλος. Στο τέλος κατέφυγε στην αντιαρματική ρουκέτα , εκτοξεύοντας άμεσα την τροφή της όπως τα βουλημικά μοντέλα όφειλαν. Με ακόμη πιο εφιαλτικούς συλλογισμούς έφτασε στο σημείο να αναρωτιέται, μήπως ήταν μια καταραμένη ηθοποιός που είναι πρωταγωνίστρια στην κλασική κωμωδία του θεάτρου των χονδρών «η συγκατοίκηση του κώλου».

Απογοητευμένη η Μπουζου από τη ήττα και τον ρατσισμό βγήκε τρέχοντας από την πόλη , πέρασε το λιμάνι δακρυσμένη, έτρεχε και έτρεχε στη μέση του δρόμου κουβαλώντας αυτό το φορτίο κώλου που την στοίχειωνε και που όσο και να έτρεχε δεν μπορούσε να πέσει κάπου και να χαθεί ή να του ξεφύγει . Αυτή η φυγή από την πόλη την έφερε στον άγνωστο βάλτο στην αρχή του αιωνόβιου δάσους που γέννησε και τον άνθρωπο και κουρασμένη πλέον κάθισε να αφουγκραστεί τους ήχους της φύσης. Ο γέρο- βάτραχος δίπλα της, της θύμισε το γνωστό παραμύθι και δεν δίστασε. Τον σήκωσε στα χέρια της και τρυφερά τον φίλησε. Φυσικά όπως κάθε τέλος παραμυθένιο οφείλει , αυτός έγινε πρίγκιπας πανέμορφος την κοίταξε γλυκά και τις σιγοψιθύρισε ερωτικά τις πιο ποθητές λέξεις : «έχεις πανέμορφα οπίσθια πριγκίπισσα μου…» Ο έξωθεν της χώρας πρίγκιπας έλεγε την αλήθεια.

Επιμύθιον: Από την άλλη ενώ όλη η Ελλάδα έχει μετατραπεί σε ένα απέραντο μπαϊρι , ενώ η αληθινή ζωή βρίσκεται σε ομηρεία και μας αναγκάζει να ψάχνουμε τις τσέπες μας ένας ολόκληρος λαός νοιώθει εξοικειωμένος με τον κώλο της Μπουζού. Σε λίγο θα είμαστε τόσο εξοικειωμένοι που δεν θα συνειδητοποιήσουμε ότι το τρέξιμο έξω από την πόλη έριξε τον κώλο της Μπουζού και όχι το μαγικό φιλί του εκτός της πόλης – κράτους πρίγκιπα.

Θανάσης Πάνου

links:

Ποίηση-Λογοτεχνία Θανάσης Πάνου

Art-Imeros Thanasis Panou